Κυριακή 14 Απριλίου 2013

«Με μάτια. Με χέρια. Με λέξεις.»


(artwork by Kenne Gregoire)


Αντάλλαξαν πολλά γράμματα μέχρι να συναντηθούν. Εκείνη σε αρωματισμένα γκρίζα επιστολόχαρτα, με μικρά διακριτικά μωβ ανθάκια. Τα έστελνε στο σπίτι του. Οι λέξεις ανυπόμονες έβγαιναν από το σκισμένο φάκελο, όταν εκείνος τ ’άνοιγε βιαστικά, γυρίζοντας από τη δουλειά, έξω από την πόρτα του σπιτιού του. Ύστερα έπαιρνε τη μηχανή και πήγαινε προς τη θάλασσα να τα διαβάσει. Καθόταν πάντα στο ίδιο παγκάκι. Οι λέξεις της, είχαν ήδη δραπετεύσει. Είχαν γίνει γλάροι. Χανόταν στο βάθος της μέρας. Έμενε εκεί ώσπου να νυχτώσει. Ώσπου ν΄ ανάψει ο φάρος. Ποτέ δεν διάβασε κανένα της γράμμα. Φύλαγε μόνο τους φακέλους στο συρτάρι του κομοδίνου, μαζί με το μενταγιόν της μάνας του και ό,τι άλλο για πάντα είχε χάσει. Μια φωτογραφία της και τα τραγούδια που του ‘στειλε κάποτε σε μια κασέτα.

Εκείνη πάλι, τα παραλάμβανε στην Post Restaunt. Η υπάλληλος συνήθως της χαμογελούσε. «Όνομα ταυτότητα… ναι, έχετε γράμμα!». Η ρουτίνα αυτή την ανακούφιζε. Πάντα βιαστική και ανυπόμονη άνοιγε το φάκελο, έξω στο δρόμο. Απλός φάκελος, ταχυδρομείου, λευκό χαρτί, χωρίς γραμμές, ποτέ σκέτο. Μέσα μια μαργαρίτα αποξηραμένη, ένα μικρό κοχύλι και πάντα μια αίσθηση υγρασίας στο χαρτί. Ρουφούσε τις λέξεις του. Τις κατάπινε σχεδόν. Περπατούσε διαβάζοντας στην πολύβουη πόλη. Κι ένα σύννεφο γύρω της. Ομίχλη. Πετούσε το φάκελο στον κάδο απορριμμάτων. Το περιεχόμενό του τσαλακωμένο στην τσάντα της.

Οι λέξεις όταν χάνονται γίνονται πουλιά αποδημητικά και ταξιδεύουν. Οι φάκελοι στους κάδους απορριμμάτων λιώνουν στις χωματερές, τις τρώνε τα πουλιά που ταξιδεύουν.

Συναντήθηκαν λίγους μήνες αργότερα, σ΄ ένα σύννεφο ομίχλης. Έβρεξε πολύ μετά. Φύτρωσαν ακάνθινα κυκλάμινα. Και ματωμένα μικρά μη με λησμόνει.

Αντάλλαξαν πολλά μηνύματα πριν συναντηθούν για πρώτη φορά. Μόλις η  οθόνη αναβοέσβηνε  «νέο μήνυμα» η ανάσα του γίνονταν κοφτή. Με τις δέουσες προφυλάξεις το άνοιγε. Οι λέξεις της, του ήταν σχεδόν αδιάφορες. Η φωτογραφία στο προφίλ της, όλα τα λεφτά. Τα χείλη της, η μύτη της, το ηδονικό της βλέμμα. Δεν μπορεί να πάρει τα μάτια του από τα μάτια της. Το σώμα της δεν φαίνεται. Αλλά είναι σίγουρος. Δεν γίνεται αυτά τα μάτια να μην ανήκουν σε ένα αιλουροειδές. Μια ριγέ πρόκληση του γαργαλούσε το μυαλό. Και όλα τ΄ άλλα μια περιττή γαρνιτούρα στο τραπέζι της προσμονής του. «Υου are my private dancer” της απάντησε κι έβαλε τον αντίστοιχο σύνδεσμο στο youtube. Άνοιξε τα ηχεία και η μουσική απλώθηκε στο γραφείο του. Στην οθόνη εκείνη χόρευε για κείνον. Μπερδεύτηκαν οι ήχοι, τα πρόσωπα, οι αισθήσεις. Το χέρι της μια άγρια ορχιδέα με κεραίες αισθητήρες να ανιχνεύουν τις αντιδράσεις  του. Και να! Άμεση η απάντησή της! Μια γυμνή φωτογραφία της στα βράχια της Φολεγάνδρου, από το περασμένο καλοκαίρι.  «Piensa En Mi» παίζει τώρα και εκείνος κλείνει βιαστικά όλα τα παράθυρα. Φεύγει από το γραφείο, χώνεται σε μια μπυραρία και πίνει μαύρη τσέχικη μπύρα. Δεν επιτρέπει σε καμία εικονική οπτασία να εισβάλει έτσι αυθαίρετα στα τοπία της επιθυμία του. Ο ίδιος θέλει να τα  ορίζει, με τη δική του μουσική και το δικό του ρυθμό. Κανένας συμβιβασμός! Καμία υποταγή στο ρίγος του κορμιού του, καθώς τη σκέφτεται  γυμνή πάνω στα βράχια.

Εκείνη διάλεγε προσεχτικά τις πόζες που θα έπαιρνε για τις φωτογραφίες. Δεν ήθελε ούτε να φαίνεται πρόστυχη, αλλά ούτε και σεμνότυφη. Ήθελε να τον σαγηνεύσει,  ξέροντας ήδη πως όλο το μυστικό της γοητείας του έρωτα, βρίσκεται στον υπαινιγμό του. Όταν λάμβανε email του, μια λάμψη απόκοσμη την περιέλουζε. Θεά, που καταδεχόταν μια συνομιλία με έναν κοινό θνητό. Αμαρτωλή ως το κόκκαλο εξαιτίας της επιθυμίας που καταλύει τα αρχέτυπα. Τα μάτια του, τα χέρια του και οι λέξεις του ήταν το τρίπτυχο της γοητείας που ασκούσε πάνω της. Σ΄ αυτά είχε προστεθεί και η βαριά και βαθιά φωνή του, που είχε ακούσει μια και μοναδική φορά στο τηλέφωνο.  Από την πρώτη στιγμή το κατάλαβε πως ανήκει στους επικίνδυνους άντρες. Στους ερωτεύσιμους. Κατά τ΄ άλλα, δεν την ενδιέφερε καθόλου η εξωτερική του εμφάνιση. Το μυαλό του ποθούσε. Αλλά όχι, δεν ήταν εύκολη. Το παιχνίδι συνεχώς άλλαζε και οι κανόνες του διαμορφώνονταν κάθε στιγμή. Κι εκείνη θόλωνε τα νερά, για να χαθούν τα ίχνη της, να την αναζητήσει. Μα δεν την έψαξε. Τότε ήταν που έπαιξε το τελευταίο της χαρτί. Του έστειλε μια γυμνή της φωτογραφία, από το περασμένο καλοκαίρι στη Φολέγανδρο.

Η γυναικεία μορφή όταν επιβάλλεται αισθητηριακά στο αντρικό μυαλό, μέσα από τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της, αποτελεί το απόλυτο φετίχ. Το ολόγραμμα της επιθυμίας. Καμία εγκεφαλική διεργασία δεν μπορεί να το αγνοήσει αυτό. Οι λέξεις του ήταν  το συγκροτημένο και εκλεπτυσμένο αποτέλεσμα των εκκρίσεων, των ορμονών και των προσδοκιών του. Εκείνη πάλι γίνεται έρμαιο όλης αυτής της ερωτικής έξαψης. Τίποτα δεν έχει χαϊδέψει το κορμί της τόσο  τολμηρά, όσο οι λέξεις του.

Συναντήθηκαν λίγες μέρες αργότερα σε μια θολή και σκοτεινή θάλασσα. Κολυμπούσαν γυμνοί. Δεν έβλεπαν ο ένας τον άλλον. Μόνο άγγιζαν και μύριζαν ο ένας το δέρμα του άλλου. Με οδύνη και ηδονή.  Τα ακροδάκτυλά τους μουλιασμένα από το νερό και την προσμονή. Από την ένωσή τους γεννήθηκαν μικροί χαμογελαστοί ερωτιδείς, ροδομάγουλα αγγελούδια και πάνθηρες. Και χιλιάδες πολύχρωμα ψαράκια με κεραίες στο κεφάλι τους.

Όταν ο χρόνος και ο χώρος χάνονται, όταν οι μορφές και οι αισθήσεις εξαϋλώνονται, τότε δυο αγρίμια καταργούν τους βρυχηθμούς τους. Αποκτούν γλώσσα. Δυο θαλάσσια κήτη εγκαταλείπουν τις φυσαλίδες τους.  Αποκτούν  χέρια. Δυο νυχτερίδες δραπετεύουν από τη νύχτα. Αποκτούν μάτια. Δυο άνθρωποι επικοινωνούν.
Με μάτια. Με χέρια.  Με λέξεις.
Με μάτια. Με χέρια . Με λέξεις.

1 σχόλιο:

Velvet είπε...

Καθένας προσπαθεί να ερωτευτεί το μυαλό του άλλου
αλλα είναι επειδή δεν βλέπει το κορμί του

......